Η καρδιά μου έχει γίνει κομμάτια.
Αλλά η ζωή έτσι είναι.
Με στήριξες όσο μπορούσες χωρίς να παραπονεθείς ποτέ, ήσουν στο προσκεφάλι μου κάθε φορά που αρρώσταινα, και αρρώσταινα πολλές φορές...
Είχες τα προβλήματα σου και τα άφηνες στην άκρη και ρώταγες για τα παιδιά σου.
Δούλεψες στα χωράφια μες τα χώματα, τα νιάτα σου τα έφαγες στα καπνοχώραφα.
Χαιρόσουν την δουλειά, χαιρόσουν να μαγειρεύεις για τους άλλους, ότι έκανες ήταν τέλειο.
Σε είδα πριν τρεις ημέρες και οι τελευταίες σου λέξεις πριν φύγω ήταν ότι παρακαλάς την Παναγία να σε πάρει.
Εγώ σου είπα τον σταυρό μας ο κάθε ένας τον σηκώνουμε μόνοι μας, άλλος μικρο και άλλος μεγάλο, γι αυτό ας αφήσουμε την Παναγία μας και να κάνουμε υπομονή.
Έσφαλα.
Γιατί η Παναγιά μας μάλλον σε άκουσε.
Έφυγες σήμερα ξαφνικά χωρίς να το περιμένουμε.
Έφυγες όπως ήθελες στα πόδια σου με αξιοπρέπεια.
Και ότι ήθελες θα γίνει όπως το ζήτησες.
Θα είσαι πάντα δίπλα μου, εγώ έτσι σε νιώθω, σε κάθε θρόισμα του άνεμου,στην κορυφή κάθε βουνού στον ίσκιο κάθε δένδρου στο δροσερό νερό κάθε πηγής, εκεί θα σε συναντώ και θα με συναντάς και θα μιλάμε νοερά.
Να έχεις καλό Παράδεισο μάνα.
Και καλή αντάμωση.