Σελίδες

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Μέλι τέλος σε όλη την Ελλάδα – Το ευρωπαϊκό πρόβλημα έφτασε και στη χώρα μας!


Το «μέλι- μελάκι» φαίνεται πως θα πούμε, καθώς η δράση μια σειράς φυσικών αλλά και ανθρωπογενών παραγόντων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, έχει στερέψει την παραγωγή μελιού.

Όπως ανέφεραν στο Reportplus.gr παράγοντες με γνώση, ήδη παρατηρείται σοβαρό πρόβλημα, ελλείψεις στην παραγωγή μελιού και την ομαλή τροφοδοσία της αγοράς με αυτό και τα παράγωγά του.


Ταυτόχρονα, το πρόβλημα υπερβαίνει τα ελληνικά σύνορα, καθώς σε όλη την Ευρώπη βρίσκεται σε εξέλιξη ένα «ολοκαύτωμα» του πληθυσμού των μελισσών, οι αριθμοί των οποίων μειώνονται δραματικά είτε λόγω της χρήσης βλαβερών παρασιτοκτόνων είτε λόγω των καιρικών συνθηκών.

«Δεν μπορεί να απομονωθεί ένας συγκεκριμένος παράγοντας που θα θεωρηθεί υπεύθυνος για την μείωση της παραγωγής μελιού», αναφέρει στο Reportplus.gr η κ. Χρυσούλα Τανανάκη, Διευθύντρια του Εργαστηρίου Μελισσοκομίας- Συροτροφίας της Σχολής Γεωπονίας, Δασοπονίας και Φυσικου Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.

Σύμφωνα με τη κ. Τανανάκη για να επιτευχθεί η παραγωγή μελιού από τις μέλισσες, ένας μεγάλος αριθμός παραγόντων πρέπει να είναι ευνοϊκός. Αν κάποιος από τους κρίκους της αλυσίδας διαταραχθεί τότε παρατηρείται πρόβλημα στην παραγωγή.

«Για να παράγει μέλι μια μέλισσα, πρέπει να πάρει το νέκταρ από τα φυτά. Σε περιόδους ξηρασίας, ιδιαίτερα στη Ν. Ελλάδα, η ανθοφορία μειώνεται, με αποτέλεσμα οι μέλισσες να στερούνται το νέκταρ με το οποίο τρέφονται», σημειώνει η κ. Τανανάκη

Παράλληλα, η άνοδος της θερμοκρασίας, φαινόμενο άμεσα συνδεδεμένο με την κλιματική αλλαγή, φέρνει στη χώρα μας επείσακτους εχθρούς της μέλισσας. « Η σφήκα του είδους orientalis ευδοκιμεί στις υψηλότερες θερμοκρασίες και κάνει τη ζωή των μελισσών δύσκολη, εισβάλλοντας στα μελίσσια προκαλώντας αναστάτωση και τρώγοντας τους γόνους των μελισσών». Το ίδιο ισχύει και με είδη πουλιών αλλά και ασθένειες που ευνοούνται από αυτά τα φαινόμενα, την ίδια στιγμή που οι μέλισσες υποφέρουν.

Δεν είναι μόνο η ζέστη και η ξηρασία που επηρεάζουν τους πληθυσμούς των μελισσών αλλά και οι πλημμύρες. Όπως λέει η κ. Τανανάκη, «Σε περιοχές που βρίσκονται κοντά σε κοίτες ποταμών, είναι λογικό η ανθοφορία, λόγω του νερού, να είναι μεγαλύτερη και οι μέλισσες να βρίσκουν ευκολότερα τροφή. Ωστόσο, σε περίπτωση που ενσκήψει κάποια πλημμύρα είναι αναπόφευκτο πως οι μέλισσες θα πνιγούν».


Ευρώπη και μέλισσες

Οι μέλισσες κινδυνεύουν. Η ΕΕ το ξέρει αυτό εδώ και καιρό. Και ο ΟΗΕ φέτος αποφάσισε να φροντίσει και να σώσει τη μέλισσα και κήρυξε την 20η Μαΐου από φέτος ως Παγκόσμια Μέρα Μέλισσας, μια σλοβενική πρόταση που την αποδέχτηκαν κι άλλα κράτη μέλη. Ο λόγος, όπως συμβαίνει και με τις λοιπές παγκόσμιες μέρες είναι η ανάγκη ευαισθητοποίησης του κόσμου για τον κομβικό ρόλο που διαδραματίζουν τα έντομα στη βιώσιμη ανάπτυξη και η προειδοποίηση για τον φθίνοντα αριθμό τους.

Αξίζει να αναφερθεί πως το θέμα των μελισσών και του μελιού δεν είναι καινούριο σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την ΕΕ. Εκεί οι περιβαλλοντολόγοι, οι οικολόγοι και όσοι ασχολούνται με τις μέλισσες και τα παράγωγά τους εδώ και χρόνια κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Ο λόγος είναι πως οι μέλισσες κινδυνεύουν λόγω της εκτεταμένης χρήσης φυτοφαρμάκων και παρασιτοκτόνων. Φέτος μάλιστα η ΕΕ έλυσε μια εκκρεμότητα που είχε από το 2013 έπειτα, δηλαδή, από μία πρώτη αρνητική αξιολόγηση της ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ασφάλειας Τροφίμων (Efsa). Η ΕΕ αποφάσισε να τάχθηκε υπέρ της σωτηρίας των μελισσών στην Ευρώπη και έβαλε τέλος σε τρεις τοξικές ουσίες, τρία νεονικοτινοειδή εντομοκτόνα, που απειλούσαν το είδος.

Πρόκειται για τις ουσίες ιμιδακλοπρίδη, θειομεθοξάμη και κλοθειανιδίνη.


Νεονικοτινοειδείς ουσίες: Ο μεγαλύτερος εχθρός

Οι νεονικοτινοειδείς χημικές ουσίες λειτουργούν κατά βάση ως παρασιτοκτόνα, ωστόσο έχει παρατηρηθεί ότι μπορούν να σκοτώσουν παράλληλα και πληθυσμούς εντόμων, όπως τις άγριες μέλισσες. Οι συγκεκριμένες χημικές ουσίες χρησιμοποιούνται κατά κόρον στη γεωργία τα τελευταία είκοσι χρόνια και θεωρούνται ιδιαίτερα επιβλαβείς γιατί σε αντίθεση με άλλα παρασιτοκτόνα που μένουν στην επιφάνεια των φυτών, αυτές εισχωρούν στο εσωτερικό τους, επηρεάζοντας και τη ζωή εντόμων όπως οι μέλισσες.

Μελέτες πάνω στην επίδραση των νεονικοτινοειδών στην υγεία των μελισσών έχουν ήδη δείξει ότι οι επίμαχες τοξικές ουσίες μειώνουν την ανθεκτικότητά τους σε ασθένειες ενώ διαταράσσουν επίσης τον προσανατολισμό τους με αποτέλεσμα να μη μπορούν να επιστρέψουν στις κυψέλες τους.

Η απαγόρευση αφορά πλέον όλες τις εξωτερικές καλλιέργειες, με μόνη εξαίρεση τη χρήση των εντομοκτόνων αυτών σε κλειστά θερμοκήπια, υπό τον όρο ότι τα φυτά που καλλιεργούνται σε αυτά δεν βγαίνουν από τον κλειστό χώρο του θερμοκηπίου. «Η Κομισιόν πρότεινε τα μέτρα αυτά εδώ και μήνες, επί τη βάσει της επιστημονικής άποψης της Efsa. Η υγεία των μελισσών είναι για μένα ζωτικής σημασίας, αφού αφορά την βιοποικιλότητα, την παραγωγή τροφίμων και το περιβάλλον», δήλωσε ο ευρωπαίος επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων Βιτένις Αντριουκάιτις.

Οι επικονιαστές

Σύμφωνα με το Intergovernmental Science-Policy Platform on Biodiversity and Ecosystem Services (IPBES), οι επικονιαστές έχουν μειωθεί έως και 3/4 στην Ευρώπη τα τελευταία 30 χρόνια. Παρόλο που η ακριβής αιτία για τη μείωση αυτή είναι ασαφής, πολλοί επιστήμονες επισημαίνουν ως αυτουργό την αύξηση των νεονικοτινοειδών παρασιτοκτόνων.

Η σημασία των μελισσών για το οικοσύστημα

«Η υγεία των μελισσών έχει ιδιαίτερη σημασία για εμάς γιατί σχετίζεται με την βιοποικιλότητα, την προστασία των τροφίμων και του περιβάλλοντος» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Επίτροπος για την Υγεία και την Ασφάλεια των Τροφίμων, Βιτένις Αντριουκάιτις.

Αρκεί να σκεφτούμε ότι χωρίς τις μέλισσες η τροφή μας θα περιορίζονταν σε καλαμπόκι, ρύζι και σιτάρι. Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες το 84% από τα καλλιεργούμενα φυτά χρειάζονται τη μέλισσα για επικονίαση ενώ το 80% της άγριας βλάστησης οφείλεται στις μέλισσες.

Γενικότερα τα έντομα αυτά, που θεωρούνται τα σπουδαιότερα από οικονομικής άποψης για τον άνθρωπο, συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στο 15- 30% της παραγωγής τροφίμων.

Η επικονίαση συνδυάζεται απόλυτα με την εξέλιξη των φυτικών ειδών και την διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος. Όπως έχει αναφέρει σε άρθρο του ο Καθηγητής Εργ. Γεωργικής Ζωολογίας & Εντομολογίας Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ν. Γ. Εμμανουήλ, πάνω από το 35% της παγκόσμιας παραγωγής τροφής εξαρτάται από τα έντομα επικονιαστές.

Υπολογίζεται δηλαδή, ότι η διαθέσιμη τροφή θα ήταν τουλάχιστον κατά το 1/3 λιγότερη χωρίς τους επικονιαστές, με συνεπακόλουθο μεταξύ άλλων και την αύξηση της τιμής των τροφίμων για τον καταναλωτή.

Από τα 100 είδη καλλιεργούμενων φυτών τα οποία παράγουν το 90% της παγκόσμιας τροφής τα 71 επικονιάζονται από τις μέλισσες.

ΠΗΓΗ
http://reportplus.gr/


Στηρίξτε τον Melissocosmo κάνοντας like στην σελίδα του...