Σελίδες

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Nosema ceranae πρώτο μέρος



Η ελληνική μελισσοκομία πάει από το κακό στο χειρότερο. Δεν φτάνει η αδιαφορία της Πολιτείας γι’ αυτήν. Δεν αρκούν η παντελής έλλειψη ενημέρωσης και επιμόρφωσης των μελισσοτρόφων σε θέματα σύγχρονης τεχνογνωσίας και τα πλήγματα που υφίσταται ο πολύτιμος αυτός κλάδος από τις εκάστοτε αντίξοες καιρικές συνθήκες.
Αλλά έρχονται επιπρόσθετα χρόνο με το χρόνο και κάποιες ασθένειες που απειλούν με πλήρη καταστροφή το μελισσοκομικό κεφάλαιο. Καλή ώρα η Βαροϊκή ακαρίαση (Varroa jacobsoni), το σύνδρομο της κατάρρευσης του μελισσοσμήνους [Colony Collapse Disorder (CCD)] και τα τελευταία χρόνια η Ασιατική Νοζεμίαση. Η ασθένεια αυτή, που θεωρείται η σοβαρότερη απειλή για τη μελισσοκομία σε όλο τον κόσμο έκανε την εμφάνισή της εδώ και μερικά χρόνια και στη χώρα μας. Μάλιστα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούνταν ως η βασική αιτία του συνδρόμου της κατάρρευσης του μελισσοσμήνους. Ήδη και στην Κρήτη οι τελευταίοι εναπομείναντες μελισσοκόμοι μέσα από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης διατυπώνουν την αγωνία τους και ζητούν απελπισμένοι κάποια βοήθεια για να προστατέψουν τα μελίσσια τους από την επάρατη αυτή ασθένεια.


 Μέρα με τη μέρα βλέπουν το 70% και πλέον του πληθυσμού των μελισσοσμηνών τους να πεθαίνει και το εισόδημά τους να εξανεμίζεται.
Ο γράφων, που για μια δεκαετία διακόνησε το πρόγραμμα γεωργικών εφαρμογών και ενημέρωσης, αισθάνεται την υποχρέωση να φέρει στο φως της δημοσιότητας όλη τη σχετική με την ασθένεια σύγχρονη τεχνογνωσία και τις πρακτικές δεξιοτεχνίες. Βασικός στόχος και μοναδική ελπίδα αυτής της προσπάθειας είναι η υποβοήθηση των συμπαθών μελισσοτρόφων και ιδιαίτερα εκείνων που ασχολούνται με την οικολογική μελισσοκομία.
Στην οικολογική μελισσοπαθολογία η ασθένεια θεωρείται ως αποτέλεσμα της αλληλοεπίδρασης όλων των βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων που εμπλέκονται στο μελισσοπαθοοικοσύστημα. Αυτό με απλά λόγια σημαίνει πως η κατάρτιση ενός προγράμματος ολοκληρωμένης αντιμετώπισης κάποιου παθογόνου και η λήψη των απαραίτητων μέτρων θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη όχι μόνο το μελισσοπαθογόνο και τη μέλισσα αλλά και όλους τους άλλους βιοτικούς και αβιοτικούς παράγοντες.

Γνωριμία με το παθογόνο

Από τις αρχές του 20ού αιώνα γίνεται η πρώτη αναφορά για την ασθένεια της Νοζεμίασης της ευρωπαϊκής μέλισσας της Apis melifera, γνωστή και ως Ευρωπαϊκή Νοζεμίαση. Το υπεύθυνο παθογόνο της ασθένειας αυτής βρέθηκε πως είναι ο μικροσποριδιακός μικροοργανισμός Νosema apis.
Το 1995 διαπιστώνεται στην ασιατική μέλισσα Apis cerana στην Κίνα και ένα δεύτερο είδος παθογόνου του γένους Nosema το Nosema ceranae. Το είδος αυτό ταυτοποιήθηκε το 2005 και σε μελισσοσμήνη της ευρωπαϊκής μέλισσας και στην Ταϊβάν.
Η ασθένεια για να ξεχωριστεί από εκείνη του Νosema apis ονομάστηκε στη χώρα μας Νοζεμίαση της ανατολής ή Ασιατική Νοζεμίαση. Το 2006 το παθογόνο αυτό θα προκαλέσει ανυπολόγιστες ζημιές στα μελισσοσμήνη στην Ισπανία. Την ίδια χρονιά αναφέρεται και στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στη Γερμανία και στη Σουηδία.
Σήμερα διαπιστώνεται η εξάπλωσή του σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Αναφέρονται ζημιές που φτάνουν μέχρι και το 50% στη Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική, στην Ευρώπη, στην Ασία και στην Αυστραλία. Δεν υπάρχουν προς το παρόν αναφορές για την παρουσία της στην Αφρική. Στην Ελλάδα το ποσοστό των προσβεβλημένων μελισσιών κυμαίνεται στο 45 - 65%. Στην Κρήτη οι ίδιοι οι μελισσοτρόφοι εκτιμούν πως οι απώλειες ξεπερνούν το 75%.
Η σύγχρονη φυλογενετική μελέτη κατατάσσει σήμερα τους μικροσποριδιακούς μικροοργανισμούς στο βασίλειο των μυκήτων.
Έτσι τόσο το Νosema apis όσο και το Nosema ceranae ανήκουν στην οικογένεια Nosematidae της τάξης των Dissociodihaplophasida της κλάσης Dihaplophasea και της διαίρεσης Microsporidia. Η κατάταξη αυτή διανοίγει νέες προοπτικές στην προσπάθεια αντιμετώπισης των παθογόνων με τη χρησιμοποίηση μυκητοκτόνων φυτοπροστατευτικών προϊόντων.
Στο γένος Nosema υπάγονται και πολλά είδη που χρησιμοποιούνται για τη βιολογική αντιμετώπιση διαφόρων επιβλαβών για τον άνθρωπο και τα καλλιεργούμενα φυτά εντόμων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα Nosema pyrausta που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση του εχθρού του καλαμποκιού Ostrina nubialis, του Nosema cactoblastis που ελέγχει το Cactoblastis cactorum στον κάκτο Opuntia, του Nosema locustae και Nosema acridophagus για την αντιμετώπιση των ακρίδων, του Nosema grylli, που συστήνεται για το βιολογικό έλεγχο των γρύλλων, του Nosema algerae που περιορίζει τους πληθυσμούς των κουνουπιών και του Nosema kingii, που βρίσκει εφαρμογή στην αντιμετώπιση των διαφόρων μυγών των καρπών.
Το νέο παθογόνο προκαλεί μεγαλύτερη θνησιμότητα των ενήλικων μελισσών σε σχέση με το Νosema apis.
Κι αυτό γιατί εξαντλεί περισσότερο και γρηγορότερα τα ενεργειακά τους αποθέματα σε υδρογονάνθρακες. Ακόμα το θερμοκρασιακό και υγρασιακό εύρος επιβίωσης και βλάστησης των μικροσποριδίων είναι μεγαλύτερο.
Τέλος, ο μεταβολισμός της μέλισσας δεν έχει δημιουργήσει ειδικά αμυντικά συστήματα για τη νέα αυτή ασθένεια. Πράγματι τα μικροσπορίδια του Nosema ceranae μπορούν να διατηρηθούν χωρίς να χάσουν τη βλαστική τους ικανότητα για 32 ώρες στο δυνατό ήλιο, 4 μήνες μέσα στο μέλι και 1 χρόνο και πλέον στα περιττώματα.
Ακόμα, ενώ για το Νosema apis τα μικροσπορίδια δεν επιβιώνουν στους 37° C και οι προσβεβλημένες μέλισσες που εκτίθενται στη θερμοκρασία αυτή ανακάμπτουν, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά για το νέο παθογόνο. Μέλισσες που μολύνθηκαν με το Nosema ceranae στη θερμοκρασία αυτή προσβλήθηκαν σχεδόν 100%. Πάντως τα μικροσπορίδια νεκρώνονται αν παραμείνουν για 15 λεπτά σε θερμοκρασία 60ο C.
Το Nosema ceranae, όπως και όλα τα είδη του γένους Νosema, είναι ενδοκυτταρικό παθογόνο. Η μόλυνση της ενήλικης εργάτριας, της βασίλισσας και του κηφήνα γίνεται με τη βοήθεια των οργάνων διαχείμασης και διάδοσης, που είναι τα μικροσπορίδια.
Τα μικροσπορίδια είναι μονοκύτταρα με παχιά μεμβράνη και εμπεριέχουν τον πυρήνα,το πολικό νημάτιο και το μικροσποριδιόπλασμα.
Εισέρχονται στο πεπτικό σύστημα (μεσαίο έντερο) της μέλισσας από το στόμα με την τροφή ή το νερό ή κατά τον καθαρισμό από τις νεαρές μέλισσες των περιττωμάτων.
Στο κυρίως στομάχι τα μικροσπορίδια με την επίδραση των γαστρικών υγρών βλαστάνουν και με τη βοήθεια του πολικού νηματίου διαπερνούν τη μεμβράνη των επιθηλιακών κυττάρων.
Στη συνέχεια εκχύνουν το μικροσποριοδιόπλασμα στο κύτταρο.
Εκεί το παθογόνο τρέφεται σε βάρος του επιθηλιακού κυττάρου καταναλώνοντας τους υδατάνθρακες και πολλαπλασιάζεται ταχύτατα.
Το προσβεβλημένο κύτταρο γεμίζει από μικροσπορίδια. Ακολουθεί η διάρρηξη του και η απελευθέρωση των μικροσποριδίων στο στομάχι.
Μέσα σε 4 - 6 μέρες μπορεί να μετρήσει κανείς 30 - 50 εκατομμύρια μικροσπορίδια. Σημαντική ποσότητα από τα μικροσπορίδια περνάει στο απευθυσμένο και αποβάλλεται με τα περιττώματα. Σε όλη την κυψέλη μπορεί να βρει κανείς βλαστημένα ή μη μικροσπορίδια.
Γενικά οι μέλισσες παρουσιάζουν μειωμένη αντοχή στο παθογόνο εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας υγρού χειμώνα, της ηλικίας της βασίλισσας, της μη ανανέωσης των κηρηθρών, των συχνών παρεμβάσεων του μελισσοκόμου που αναστατώνουν τη ζωή του μελισσοσμήνους, της ακανόνιστης συμπληρωματικής διατροφής και των προσβολών από τη Βαροϊκή ακαρίαση.
Οι μέλισσες νεαρής ηλικίας 15 ημερών δεν είναι δεκτικές στη μόλυνση εξαιτίας της ταχείας ανανέωσης των κυττάρων.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα της ασθένειας διαφέρουν από εκείνα της Νosema apis. Στην Ασιατική Νοζεμίαση σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή παρατηρείται μείωση του πληθυσμού χωρίς να βρίσκει κανείς νεκρές μέλισσες στην είσοδο ή στο εσωτερικό της κυψέλης. Κι αυτό γιατί οι συλλέκτριες μέλισσες για να ικανοποιήσουν την πείνα τους εξαιτίας της προσβολής τρέχουν για αναζήτηση τροφής και πεθαίνουν μακριά από την κυψέλη.
Οι μέλισσες με προσβολή που μένουν στην κυψέλη δεν παρουσιάζουν διογκωμένη κοιλιά και μη κανονική θέση των φτερών.
Τα περιττώματα που αφήνουν δεν είναι περισσότερα από τα φυσιολογικά.
Η προσβολή από το Nosema ceranae γίνεται αντιληπτή μόνο σε προχωρημένο στάδιο και όταν επικρατήσουν δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες.
Ο οικομελισσοτρόφος πρέπει να γνωρίζει τη διαφοροποίηση των μακροσκοπικών συμπτωμάτων των δύο Νοζεμιάσεων.
Κι αυτό γιατί η απουσία των ορατών συμπτωμάτων της Ευρωπαϊκής Νοζεμίασης μπορεί να προκαλέσει εφησυχασμό και αδιαφορία λήψης των αναγκαίων μέτρων για την αντιμετώπιση της Ασιατικής Νοζεμίασης.
Η παρουσία του παθογόνου στο μέσο έντερο της ενήλικης μέλισσας προκαλεί διαταραχή στη χώνευση, μείωση της πρωτεΐνης, των αμινοξέων και των υδατανθράκων στο αιμολέμφος, μείωση του Ν στα λίπη, πρώιμη υπεργήρανση των υποφαρυγγικών αδένων και μειωμένη ανάπτυξη των κηρογόνων αδένων.
Τελικά οι προσβεβλημένες μέλισσες εξαιτίας της μεταβολικής αυτής διαταραχής έχουν αυξημένη την αίσθηση της πείνας, αδυνατίζουν και δεν μπορούν να εκπληρώσουν το έργο για το οποίο προορίζονται.
Πράγματι οι «παραμάνες» μέλισσες δεν μπορούν να παράγουν βασιλικό πολτό και εγκαταλείπουν τον γόνο και τη βασίλισσα και τρέχουν για αναζήτηση τροφής. Έτσι η βασίλισσα υποσιτίζεται και μέρος από τα αυγά της δεν δίνει γόνο.
 Είναι δυνατή η προσβολή και της βασίλισσας, η οποία σταματάει να ωοτοκεί και μπορεί να πεθάνει. Οι νεαρές προνύμφες εξαιτίας του υποσιτισμού δεν επιβιώνουν για πολύ.
Η απουσία υδατανθράκων στις προσβεβλημένες εργάτριες επιδρά στον προσδόκιμο χρόνο επιβίωσής τους. Το φθινόπωρο και την άνοιξη παρατηρείται μείωση του χρόνου ζωής τους μέχρι και 50%. Στην περίπτωση όμως που οι ασθενείς μέλισσες είχαν στη διάθεσή τους αρκετή τροφή, βρέθηκε πως ζουν όσο και οι υγιείς.
Τελικά το μελισσοκομικό κεφάλαιο της κυψέλης αποδεκατίζεται και η παραγωγή γόνου, βασιλικού πολτού και μελιού μειώνεται αισθητά.
Το προσβεβλημένο μελισσοσμήνος δεν σμηνουργεί.
Η ασθένεια δεν επηρεάζει μόνο τη συμπεριφορά της ενήλικης μέλισσας, αλλά και όλης της μελισσοκοινωνίας.
Πράγματι εξαιτίας της έντονης αίσθησης της πείνας διαπιστώνεται αυξημένη τροφάλλαξη και περισσότερες και πιο ριψοκίνδυνες έξοδοι για αναζήτηση της τροφής.
Αυτό όμως έχει ως συνέπεια την παραπέρα καταπόνηση και εξάντληση της εργάτριας μέλισσας.
Η καλύτερη διαγνωστική της ασθένειας μέθοδος είναι η εργαστηριακή εξέταση των ενήλικων μελισσών, όταν γυρίζουν από συλλογή της γύρης ή του νέκταρος και των κοπράνων και η ταυτοποίηση του παθογόνου.
Η πρακτική της εξέτασης του στομαχιού που ακολουθείται από έμπειρους μελισσοκόμους για την Ευρωπαϊκή Νοζεμίαση δεν έχει πεδίο εφαρμογής για την περίπτωση του Nosema ceranae. Συνεχείζεται...
ΥΓ
Ευχαριστώ τον Νεκτάριο,  που είναι  αναγνώστης και μέλος του MELISSOCOSMOU για το ωραίο θέμα που μας έστειλε να δημοσιεύσουμε.

Πηγή
Δρ Βαγγέλης Α. Μπουρμπος
http://www.haniotika-nea.gr/